Ο όρος Μαθησιακές Δυσκολίες παρουσιάστηκε σχετικά πρόσφατα, το 1963 από τον Samuel Kirk. Τα τελευταία χρόνια οι Μαθησιακές Δυσκολίες αποτελούν την πολυπλυθέστερη κατηγορία ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών και απασχολούν σημαντικό αριθμό μαθητών, γονέων, εκπαιδευτικών και ερευνητών από πολλούς επιστημονικούς κλάδους όπως, παιδαγωγική, ψυχολογία, νευρολογία και ψυχιατρική. Εξ’αιτίας της πολυ – επιστημονικής φύσης του πεδίου υπάρχει διαμάχη στο θέμα του ορισμού.
Οι Μαθησιακές Δυσκολίες είναι ένας γενικός όρος που αναφέρεται σε μία ανομοιογενή ομάδα διαταραχών οι οποίες εκδηλώνονται με διαταραχές στη διαδικασία αντίληψης, επεξεργασίας και μετάδοσης πληροφοριών, δυσκολίες στη διατήρηση της προσοχής και στη μνήμη καθώς και προβλήματα κοινωνικο – συναισθηματικής φύσης (Nabuzoka, 2000). Επίσης, ένα άτομο με Μαθησιακές Δυσκολίες μπορεί να παρουσιάσει σημαντικές δυσκολίες στην απόκτηση των δεξιοτήτων της ανάγνωσης, της γραφής, της ορθογραφίας, του συλλογισμού ή των μαθηματικών ικανοτήτων. Επιστημονικές έρευνες έδειξαν ότι οι διαταραχές αυτές είναι εγγενείς στο άτομο και ο επικρατέστερος αιτιολογικός παράγοντας είναι κάποια δυσλειτουργία του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος ( ΚΝΣ) στο αριστερό ημισφαίριο του εγκεφάλου με το οποίο σχετίζεται το γλωσσικό κέντρο ( Παντελιάδου, 2000).
Μελέτες έδειξαν ότι τα άτομα με δυσκολίες μάθησης αν και έχουν φυσιολογική νοημοσύνη, παρουσιάζουν σοβαρό χάσμα ανάμεσα σε αυτό που φαίνεται ότι μπορούν να επιτύχουν και σε αυτό που τελικά επιτυγχάνουν κατά τη διάρκεια της σχολικής διαδικασίας ( Individuals with Disabilities Education Act / IDEA, 1990). Επιπλέον, κάθε μαθητής με Μαθησιακές Δυσκολίες παρουσιάζει διαφορετικό συνδυασμό και σοβαρότητα δυσκολιών στις βασικές διαδικασίες μάθησης γι’αυτό το λόγο κρίνεται αναγκαίο να αντιμετωπίζεται, από τους ειδικούς, ως μοναδικό και ξεχωριστό άτομο (Φλωράτου, 2005).
Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν έρευνες που να καταδεικνύουν το ποσοστό του σχολικού πληθυσμού που αντιμετωπίζει Μαθησιακές Δυσκολίες. Εκτιμάται όμως ότι περίπου το 10 – 15% του μαθητικού πληθυσμού παρουσιάζει δυσκολίες στη διαδικασία της μάθησης (Θανόπουλος, 2005). Επίσης, επιστημονικές μελέτες δείχνουν ότι οι Μαθησιακές Δυσκολίες τείνουν να παρουσιάζονται πολύ πιο συχνά στα αγόρια παρά στα κορίτσια με ποσοστό 3:1. Οι λόγοι είναι άγνωστοι. Είναι πιθανό βιολογικές διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλλα να οδηγούν σε αυτό το ποσοστό εμφάνισης των δυσκολιών μάθησης υπέρ των αγοριών (Παντελιάδου, 2000).
Χαρακτηριστικά παιδιών με Μαθησιακές Δυσκολίες
Στα συμπτώματα των Μαθησιακών Δυσκολιών περιλαμβάνονται μια μεγάλη γκάμα από χαρακτηριστικά που επηρεάζουν την ανάπτυξη και τα επιτεύγματα του παιδιού. Χαρακτηριστικά συμπτώματα που μπορεί να υποδηλώνουν Μαθησιακές Δυσκολίες είναι τα εξής:
- Δυσκολία στη συγκέντρωση της προσοχής σε μια συγκεκριμένη δραστηριότητα.
- Διαταραχές στην οπτική και ακουστική μνήμη (βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη).
- Δυσκολία στον οπτικο – κινητικό συντονισμό.
- Δυσχέρεια στο να ακολουθεί οδηγίες.
- Συχνά υπάρχουν δυσκολίες στον προσανατολισμό, στην αίσθηση του χώρου ή του χρόνου, στην αντίληψη της διαδοχής και της αλληλουχίας.
- Δυσκολία στην απομνημόνευση κυρίως ονομάτων, ορισμών και ημερομηνιών.
- Έλλειψη γνωστικών στρατηγικών μάθησης (πώς να μαθαίνει).
- Αργή ανάγνωση με δισταγμό και συλλαβισμό χωρίς ροή και νόημα.
- Δυσκολία ή/και αργός ρυθμός στην άσκηση της γραφής και της γραπτής επεξεργασίας ιδεών (ορθογραφία ή/και γραπτή έκφραση).
- Μεγάλη δυσκολία στην κατανόηση ενός κειμένου.
- Δυσχέρεια στην κατανόηση αριθμητικών εννοιών.
- Χαμηλή σχολική επίδοση που δεν αντανακλά τις πραγματικές ικανότητες του παιδιού.
Είναι αναγκαίο να σημειωθεί ότι κάποια από τα χαρακτηριστικά μπορεί να παρουσιαστούν σε όλα τα παιδιά σε κάποιο στάδιο της ανάπτυξης τους. Το άτομο όμως που παρουσιάζει δυσκολίες μάθησης εμφανίζει μια ομάδα από συμπτώματα που το συνοδεύουν στην εξελικτική του πορεία (Φλωράτου, 2005; Παντελιάδου, 2000).
Τέλος, κρίνεται απαραίτητο να σημειωθεί ότι εξ’αιτίας του ότι οι Μαθησιακές Δυσκολίες αποτελούν ένα σύνθετο φαινόμενο με πληθώρα χαρακτηριστικών οι επιπτώσεις του, εκτός από τη σχολική αποτυχία, δημιουργούν πολύ συχνά και δευτερογενή ψυχολογικά προβλήματα όπως, χαμηλή αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση, απομόνωση και περιθωριοποίηση από την ομάδα των συνομηλίκων και συναισθηματικές διαταραχές που μπορεί να επηρεάσουν σε ένα βαθμό και άλλες εκδηλώσεις του παιδιού εκτός από τις σχολικές και μπορεί να υπάρχουν καθ’όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Βιβλιογραφία
Θανόπουλος Θ. (2005), Εκπαιδευτικά Προγράμματα για Παιδιά με Ιδιαίτερες Μαθησιακές Δυσκολίες και Εκπαιδευτικές Ανάγκες. Εκδόσεις: Ατραπός.
Nabuzoka, D. (2005), Παιδιά με Μαθησιακές Δυσκολίες: Κοινωνική λειτουργικότητα και προσαρμογή. Εκδόσεις: Σαββάλας.
Παντελιάδου, Σ. (2000), Μαθησιακές Δυσκολίες και Εκπαιδευτική Πράξη. Εκδόσεις: Ελληνικά Γράμματα.
Φλωράτου, Μ. (2005), Μαθησιακές Δυσκολίες και όχι Τεμπελιά. Εκδόσεις: Οδυσσέας.
Ελένη Γ. Κοντοπούλου
MSc Ειδική Παιδαγωγός
www.pencilcase.edu.gr